Σίγουρα όλοι έχετε φορέσει έστω και μία φορά ένα ζευγάρι παπούτσια New Balance, σίγουρα οι περισσότεροι έχετε τουλάχιστον ένα ζευγάρι παπούτσια στην ντουλάπα σας και σίγουρα όλοι γνωρίζετε την εταιρεία New Balance που δεσπόζει στα αθλητικά παπούτσια. Αυτό που δεν είναι σίγουρο ότι γνωρίζετε είναι αυτός που κρύβεται πίσω από την τεράστια αυτή επιτυχία της συγκεκριμένης μάρκας είναι ο Έλληνας Jim Davis.
Πριν γίνει εκτενέστερη αναφορά για το πώς ο Έλληνας μετανάστης Jim Davis κατάφερε να εξαγοράσει την εταιρεία το 1972 και να εκτινάξει τις πωλήσεις της, μετατρέποντας τον ίδιο στον πιο πλούσιο επιχειρηματία ελληνικής καταγωγής σύμφωνα με τη λίστα του Forbes, αξίζει να γίνει μια αναφορά στην ιστορία αυτής της μάρκας.
Πιο συγκεκριμένα, η εταιρεία ιδρύθηκε το 1906 από τον Άγγλο μετανάστη William Riley και εστίαζε κυρίως στην κατασκευή ειδικών στηριγμάτων για την καμάρα του ποδιού και ειδικά παπούτσια για ανθρώπους με προβλήματα στα πόδια. Όπως γίνεται αντιληπτό το target group της εταιρείας ήταν αρκετά περιορισμένο αφού απευθυνόταν ξεκάθαρα σε αθλητές και σε άτομα με δουλειές ορθοστασίας (αστυνομικούς, νοσοκόμες κ.λπ).
Η ημέρα που θα καθόριζε τη New Balance και θα ήταν το σήμα κατατεθέν για την μετέπειτα ανοδική της πορεία ήταν η ημέρα του μεγάλου μαραθωνίου της Βοστόνης το 1972. Ο Jim Davis εξαγόρασε την εταιρεία, που μέχρι τότε αριθμούσε μόλις έξι άτομα προσωπικό και γραμμή παραγωγής 30 ζευγάρια παπούτσια New Balance ημερησίως, έναντι των 100.000 δολαρίων και κατάφερε να την μετατρέψει σε πολυεθνική εταιρεία με περίπου 4.000 εργαζομένους με κέρδη 2,5 δισεκατομμύρια ετησίως.
Jim Davis – Η ιστορία του Έλληνα επιχειρηματία
Όλη η ιστορία του Έλληνα επιχειρηματία ξεκινάει το 1958 όπου σε ηλικία 15 χρονών μετανάστευσε μαζί με την οικογένειά του στην Αμερική για ένα καλύτερο μέλλον. Σπούδασε βιολογία και χημεία στο Κολέγιο Μίντλπερι από όπου και αποφοίτησε το 1966. Μετά από λίγα χρόνια αποφάσισε να αγοράσει την εταιρεία New Balance που μέχρι τότε απευθυνόταν μόνο στην εργατική τάξη και να την κατατάξει αντάξια δίπλα στα τεράστια brands των επώνυμων παπουτσιών της Nike, Adidas, Asics και Reebok κερδίζοντας συνεχώς μερίδιο στην παγκόσμια αγορά.
Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ο Davis κατάφερε να εκτινάξει της πωλήσεις από 100.000 δολάρια το 1972 στα 1,3 εκατομμύρια δολάρια το 1976. Παρά την τεράστια αυτή ανάπτυξη ο Έλληνας επιχειρηματίας, πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα της εποχής για φθηνά εργατικά χέρια και χαμηλό κόστος, έμεινε σταθερός στην ιδεολογία του και συνέχισε την παραγωγή των παπουτσιών στην Αμερική απασχολώντας ντόπιους εργαζόμενους. Η ενσωμάτωση του χαρακτηριστικού γράμματος «N» στο πλάι ενώ στην αρχή έμοιαζε απειλή για την περίπτωση που θα θύμιζε τη μάρκα Nike, στη συνέχεια εξελίχθηκε ως σήμα κατατεθέν της New Balance.
Οι σωστές επαγγελματικές κινήσεις, η δημιουργία ενός brand που αντιπροσωπεύει και στοχεύει στην ικανοποίηση του καταναλωτή δημιουργώντας ένα άνετο αθλητικό παπούτσι και η χάραξη μιας σταθερής πορείας διατήρησης των αξιών της επωνυμίας κατάφεραν να εντάξουν επανειλημμένως τον Jim Davis στη λίστα Forbes με τους 400 πλουσιότερους ανθρώπους της γης με περιουσία που ξεπερνά τα 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός ότι ο επιχειρηματίας παρά την επαγγελματική αυτή επιτυχία ανέπτυξε σημαντική φιλανθρωπική δράση καθώς προσέφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε δωρεές σε νοσοκομεία και πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Συγχρόνως έχει ιδρύσει το Ίδρυμα New Balance το οποίο ενισχύει φιλανθρωπικές οργανώσεις που στοχεύουν στη προώθηση των υγιεινών προτύπων ζωής γενικότερα και συγκεκριμένα των παιδιών.
Τέλος σε μια εποχή που ξοδεύονται τεράστια ποσά στο μάρκετινγκ και την προώθηση όλων των καταναλωτικών προϊόντων η New Balance και ο ιδιοκτήτης της παραμένουν σταθεροί στην αξία ότι το word of mouth είναι η καλύτερη μορφή διαφήμισης και συνεχίζουν να επενδύουν στην καλή ποιότητα των υλικών κατασκευής των επώνυμων παπουτσιών .