Εδώ και καιρό η υπόθεση της μεταλλευτικής και μεταλλουργικής εταιρείας ΛΑΡΚΟ ταλανίζει τους «κόλπους» του υπουργείου Ενέργειας και ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου) τα οποία πραγματικά δίνουν μάχη με το χρόνο ούτως ώστε να θέσουν σε εφαρμογή σχέδιο διάσωσής της. Με τις οικονομικές υποχρεώσεις της επιχείρησης να αυξάνονται συνεχώς, «βουλιάζοντάς» την στο χρέος η ΛΑΡΚΟ προσπαθεί να διασφαλίσει τη στοιχειώδη ρευστότητα προς κάλυψη των βασικών αναγκών λειτουργίας της, πουλώντας την παραγωγή της σε χαμηλές τιμές.
Η εταιρεία ΛΑΡΚΟ
Η Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Ανώνυμη Εταιρεία «ΛΑΡΚΟ» έχει ως κύρια δραστηριότητα την παραγωγή σιδηρονικελίου. Με το μεταλλουργικό εργοστάσιο στη Λάρυμνα Φθιώτιδας να απασχολεί το μεγαλύτερο μέρος του δυναμικού που είναι περίπου 1.100 εργαζόμενοι, διαθέτει μεταλλεία με αποθέματα λατερίτη στη Βοιωτία, στην Εύβοια, στην Καστοριά και στα Σέρβια Κοζάνης, όπου και διαθέτει λιγνιτωρυχείο,
Η επιχείρηση αποτελεί μια από τις λίγες εταιρείες του κλάδου με δικές της πηγές μεταλλεύματος, όντας παράλληλα μια από τις μεγαλύτερες τόσο σε ευρωπαϊκό (κατέχει το 7% της ευρωπαϊκής αγοράς στην πώληση νικελίου) όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο (με ποσοστό 2-3%) με τον ετήσιο κύκλο εργασιών της να ξεπερνά τα 350 εκατ. ευρώ έχοντας ξεκάθαρα εξαγωγικό χαρακτήρα.
Ιστορική διαδρομή
Η εταιρεία ιδρύθηκε από τον επιχειρηματία Πρόδρομο Αθανασιάδη Μποδοσάκη το 1963, χρονολογία που σηματοδοτεί την έναρξη της λειτουργίας και ανάπτυξης των Μεταλλείων Εύβοιας. Το 1968 κτίζεται στη Λάρυμνα οικισμός για τη διαμονή εργαζομένων ενώ ακολούθως η επιχείρηση εισάγει καινοτόμες πρακτικές όπως το 1976 όπου αποτελεί την πρώτη μεταλλουργική εταιρεία παγκοσμίως που εισάγει το κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο στην αγορά ενώ το έτος 1977 πραγματοποιείται στα Μεταλλεία της Εύβοιας η εγκατάσταση της μεγαλύτερης μεταφορικής ταινίας μεταλλεύματος στην Ευρώπη (7.5χλμ), μέσω της οποίας εξοικονομείται ενέργεια, περιορίζοντας τους ρύπους, μειώνοντας παράλληλα τα δρομολόγια μεταφοράς με φορτηγά.
Το 1989 μετά την εκκαθάριση της παλαιάς ΛΑΡΚΟ, με μετόχους τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρικού (ΔΕΗ), την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) και τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) ιδρύεται η νέα ΛΑΡΚΟ. Το 2004 περνά ξανά σε κερδοφορία προσπαθώντας να ανανεώσει τον εργοστασιακό εξοπλισμό ενώ το 2005 ήταν η μόνη εταιρεία στην Ευρώπη που παρήγαγε νικέλιο από αυτόχθονες πηγές, Λόγω κυρίως της παλαιότητας του εξοπλισμού το 2009 από εκρήξεις συνέβησαν δύο ατυχήματα σε καμίνους, ενώ το 2013 ένας άνδρας 41 ετών πέφτοντας από ύψος 20 μέτρων χάνει τη ζωή του. Αναφορικά με την παραγωγή, το 2013 παρουσιάστηκε πτώση της τάξεως του 10% μετά τις επιδόσεις του 2012.
Σήμερα
Πλέον το 55,2% των μετοχών της ΛΑΡΚΟ έχει μεταβιβαστεί από το ελληνικό Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ και στο Υπερταμείο, το 11,4% κατέχει η ΔΕΗ και το 33,4% των μετοχών η Εθνική Τράπεζα. Η επιχείρηση εκτός των άλλων, διαθέτει ένα ιδιόκτητο κτίριο στο Μαρούσι στην Αθήνα στο οποίο στεγάζονται τα γραφεία της, εγκεκριμένο ΧΥΤΑ στη Λάρυμνα, αδειοδοτήσεις για ερευνητικές γεωτρήσεις, αδειοδοτήσεις της θυγατρικής της ΛΑΡΚΟ Ενεργειακή, (με τα ΕΛ.ΠΕ), που αφορούν στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων σε εκτάσεις της ΛΑΡΚΟ, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο αποτελεί το λιμάνι της Λάρυμνας, για το οποίο έχει άδεια εκβάθυνσης.
Σήμερα η ΛΑΡΚΟ βρίσκεται μπροστά σε αδιέξοδο, ενώ υπάρχει μεγάλη ανησυχία για τη βιωσιμότητά της. Σε αυτό συντέλεσαν αναρίθμητοι παράγοντες που «έρποντα» εδώ και χρόνια. Αυτοί είναι: η οικονομική κακοδιαχείριση, η απουσία των απαραίτητων επενδύσεων και στρατηγικού σχεδιασμού για το μέλλον και τη βιωσιμότητα της εταιρείας, η μη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και ασφάλειας, η μη λήψη μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος, ο μη εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων για τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας, οι περικοπές στα περισσότερα έξοδα συντήρησης οι οποίες δημιουργούν συνεχείς ελλείψεις προκαλώντας ενίοτε και διακοπή λειτουργίας σε κάποιες καμίνους, καθώς και τα συσσωρευμένα χρέη, επί το πλείστον στη ΔΕΗ,
Η ανάγκη αντιμετώπισης της οικονομικής δυσπραγίας της εταιρίας την υποχρεώνει να πουλάει το παραγόμενο προϊόν της σε τιμές πολύ χαμηλότερες από τις τρέχουσες του νικελίου. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή» η τιμή νικελίου είναι στα 13.700 δολάρια ο τόνος, ενώ η ΛΑΡΚΟ πουλάει με έκπτωση 2.200 δολάρια στα 11.500 δολ./τόνο, με την επιχείρηση να αναμένει τους αγοραστές να εμβάσουν άμεσα τις πληρωμές προκειμένου να πληρωθούν οι μισθοί, ενώ για την εξόφληση των υπόλοιπων υποχρεώσεών της έχει ουσιαστικά κηρύξει στάση.
Το υπουργείο Ενέργειας επιδιώκει να αξιοποιήσει την ευνοϊκή συγκυρία στις αγορές του κοβαλτίου και του νικελίου στην προσπάθειά του να προχωρήσει στην εκκαθάριση εν λειτουργία καθώς και στην ιδιωτικοποίηση μέσω δύο χωριστών διαγωνισμών της κρατικής βιομηχανίας σιδηρονικελίου, με τους νομικούς σύμβουλους να επεξεργάζονται τις τελευταίες λεπτομέρειες της διαδικασίας υπαγωγής της εταιρίας σε εκκαθάριση εν λειτουργία. Η επιχείρηση ουσιαστικά διατηρείται σε λειτουργία με την ανοχή του μεγάλου αρωγού αυτής της προσπάθειας διάσωσής που δεν είναι άλλη από τη ΔΕΗ, στην οποία η ΛΑΡΚΟ οφείλει 350 εκατ. ευρώ (το 80% των χρεών, της υψηλής τάσης συνολικά στη χώρα).
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ προκειμένου να συνεχίσει την ηλεκτροδότηση επικαλέστηκε προσημείωση υποθήκης έως το ποσό των 15.000.000 ευρώ προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισόποση απαίτηση επί του δικαιώματος μεταλλειοκτησίας της εταιρείας ΛΑΡΚΟ στο Προσήλιο Κοζάνης. Στις 3 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους σε έκτακτη συνεδρίαση του Ειρηνοδικείου Κοζάνης η σχετική απόφαση ελήφθη ωστόσο με το ερώτημα έως πότε η ΔΕΗ θα είναι σε θέση να υποστηρίζει την προβληματική λειτουργία της ΛΑΡΚΟ, να συνεχίζει να πλανάται.
Σίγουρα απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια για να ανταπεξέλθει η εταιρεία στις παρούσες συνθήκες και να μπει σε τροχιά βιώσιμης πορείας ακόμη όμως και εάν εξοφληθούν τα παλαιά χρέη με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της ΛΑΡΚΟ να ξεπερνούν τα 700 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων 20 εκατ. ευρώ στον ΕΦΚΑ, 350 εκατ. ευρώ στη ΔΕΗ, 70 εκατ. στην παλαιά ΛΑΡΚΟ, 30 εκατ. στην Τράπεζα Πειραιώς και τα υπόλοιπα σε προμηθευτές, με επιπρόσθετη υποχρέωση τις κρατικές ενισχύσεις ύψους 136 εκατ. ευρώ που θα πρέπει να ανακτηθούν με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου).
Το πλάνο αντιμετώπισης του προβλήματος θα πρέπει να περιλαμβάνει: τη λύση μέσω της οποίας θα εξασφαλιστεί η συνέχιση της λειτουργίας της εταιρείας, τη μεθοδολογία με την οποία ο ιδιωτικός τομέας θα αναλάβει την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της ΛΑΡΚΟ και τη λειτουργία του εργοστασίου της Λάρυμνας δίχως τα βάρη του παρελθόντος, καθώς και τη μετάβαση των 1.100 εργαζομένων προς τη νέα κατάσταση με τη λήψη μέτρων κοινωνικής προστασίας και την υποστήριξη του Δημοσίου στο προσωπικό.
Όλα αυτά θα πρέπει να συνδυαστούν επιτυχώς με το σχέδιο που ενέκρινε το 2014 η Κομισιόν στο οποίο πάνω στηρίζεται και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης. Αυτό περιλαμβάνει τη μεταφορά των υποχρεώσεων της ΛΑΡΚΟ σε νέα εταιρεία και μέσω δύο παράλληλων διαγωνισμών την πώληση του εργοστασίου της Λάρυμνας και των ορυχείων με ενιαίο επενδυτή, προκειμένου η καθαρή από υποχρεώσεις νέα εταιρεία να αξιοποιήσει βιώσιμα τα αποθέματα κοβαλτίου και νικελίου για τα οποία έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον τρεις μεγάλοι ξένοι επενδυτές.
Η βιωσιμότητά της ΛΑΡΚΟ αβέβαιη……οι εξελίξεις προ των πυλών.